; Όπως μαρτυρεί κι ο ίδιος ο τίτλος του βιβλίου, πρόκειται για ένα οδοιπορικό, ένα ταξίδι του συγγραφέα διά μέσου της Νεκρής Ζώνης που διαχωρίζει στα δύο το νησί και τους ανθρώπους του. Είναι όμως παράλληλα κι ένα ταξίδι εσωτερικό, μια διανοητική πορεία που διασχίζει τη «Ζώνη των Νεκρών», τη ζώνη δηλαδή της ιστορίας. Η έρευνα του Παπαδάκη ξεκινάει από μια γειτονιά εντός των τειχών της ελεύθερης Λευκωσίας, η οποία κατοικούνταν παλιότερα από Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους. Ο συγγραφέας συλλέγει πληροφορίες και παραθέτει τις αφηγήσεις των Ελληνοκυπρίων πια, μόνο, κατοίκων της γειτονιάς. Σκοπός του είναι κυρίως να κατανοήσει πώς αυτοί οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την ιστορία και την ταυτότητά τους, αλλά και πώς θυμούνται τη συμβίωση με τους Τουρκοκύπριους γείτονές τους. Οι προσωπικές αυτές αφηγήσεις διασταυρώνονται και συγκρίνονται με την επίσημη εκδοχή της ιστορίας, έτσι όπως οι Ελληνοκύπριοι της γενιάς του Παπαδάκη (όσοι γεννήθηκαν δηλαδή λίγο πριν ή λίγο μετά την τουρκική εισβολή) την έχουν βιώσει διά μέσου των σχολικών εγχειριδίων, των χαρτών, των μουσείων, των εθνικών επετείων και του δημόσιου πολιτικού και άλλου λόγου.
Στη συνέχεια, ο ερευνητής-συγγραφέας περνάει στην άλλη πλευρά της Νεκρής Ζώνης (της λεγόμενης και «Πράσινης Γραμμής») για ν΄ αναζητήσει πρωταρχικά τους Τουρκοκύπριους πρώην κατοίκους της ίδιας γειτονιάς και να δει πώς αυτοί θυμούνται τη συμβίωσή τους με τους Ελληνοκύπριους, αλλά και για να διερευνήσει τον τρόπο που συνολικά η τουρκοκυπριακή κοινότητα, σε επίσημο και ανεπίσημο επίπεδο, αντιλαμβάνεται το παρόν και το παρελθόν της. Πρέπει να σημειωθεί πως το 1991, όταν ο Παπαδάκης κατάφερε να εξασφαλίσει την έστω μηνιαία άδεια από το καθεστώς Ντενκτάς για να διεξαγάγει την έρευνά του, ήταν από τους ελάχιστους Ελληνοκύπριους που περνούσαν απέναντι.
Νέες αποκαλύψεις
Εκεί είναι λοιπόν που ο συγγραφέας, και μαζί του ο αναγνώστης, θα έρθει αντιμέτωπος με νέες αποκαλύψεις. Αποκαλύψεις που ενίοτε ενοχλούν και οπωσδήποτε ανοίγουν δύσκολα ερωτήματα. Θα ανακαλύψει πως οι αλήθειες της κάθε κοινότητας, η μνήμη και η λήθη της, κάθε άλλο παρά συναντιούνται.
Πως οι ίδιες λέξεις έχουν διαφορετικό νόημα σε κάθε πλευρά. Πως, νότια και βόρεια της Νεκρής Ζώνης, ακόμα και η αντίληψη του χωροχρόνου έχει δομηθεί διαφορετικά. Ταυτόχρονα όμως θα συνειδητοποιήσει και τα κοινά στοιχεία ανάμεσα σ΄ αυτές τις διαφορετικότητες: στο πώς η κάθε κοινότητα μεταχειρίστηκε τις ίδιες πρακτικές (λ.χ. Μουσεία «Εθνικού Αγώνα», εθνικο-γεωγραφικοί χάρτες, σχέση με τις «μητέρες-πατρίδες», το δίπτυχο «αληθινός ο δικός μας πόνος-προπαγάνδα ο πόνος των άλλων» κ.ο.κ.) για να εμπεδώσει δύο αποκλίνουσες αλήθειες.
Θα έρθει αντιμέτωπος ακόμα με το γεγονός πως δεν υπάρχει μόνο μια Νεκρή Ζώνη που διαχωρίζει Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, αλλά πολλές Νεκρές Ζώνες, που διαχωρίζουν με τον ίδιο τρόπο Ελληνοκύπριους από Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους από Τουρκοκύπριους. Θα ανακαλύψει, τέλος, πως η αλήθεια δεν είναι μόνο μία, δεν είναι ούτε καν δύο: οι αλήθειες είναι πολλές, αλήθειες που ακούγονται φωναχτά κι άλλες που ψιθυρίζονται, που είναι διαφορετικές, όχι μόνο από τη μια στην άλλη πλευρά της Νεκρής Ζώνης, αλλά και στο εσωτερικό των ίδιων των κοινοτήτων. Ο συγγραφέας μας φέρνει, εν τέλει, αντιμέτωπους με τις αλήθειες τις δικές μας και με τις αλήθειες των άλλων, χωρίς να προσπαθεί να μας πείσει για καμιά από αυτές, αλλά καλώντας μας, αντίθετα, να σταθούμε κριτικά απέναντι σε όλες.
Η Κωνσταντίνα Ζάνου είναι ιστορικός, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.
TA NEA Sάββατο 02 05 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
Τα δέντρα της Νεκρής
Άχνα- Αυγόρου 3-5-07
Της Μεσαρκάς τα δέντρα στον κάμπο χάσκουν
Ρίζες πολύχρονες, σκιών και ανθρώπων
Μες το λιοπύρι της νεκρής
Την ζωή να αναστήσουν πάσχουν.
Σειρά ατελείωτη, μες την ομίχλη
Χέρια κομμένα, κλωνιά απλωμένα
Στη μνήμη, η θύμηση του φονικού
Φέγγει θολή, νύκτα- μέρα.
Νεκροί εv’ οι παλιοί καιροί
Της γης οι μισταρκοί
Οι κόποι τους με τα δέντρα αγκαλιασμένοι.
Στρατός βουβός ,ολόκληρος
Στέκει στης Μεσάρκας τον κάμπο
Την Κύπρο μας τζαί γλέπει.
Εν’ τα δέντρα μες την νεκρή
Που μας μηνούν, πως τούτη η ζωή
Εν’ σύντομη με βάσανα και ντέρτια
Πως τούτη η γη εν’ πολλά μικρή
Για να ‘χει παντού ροθέσια.
Όσο περνά ο καιρός, τον νου μου
Τούτο τριβελίζει, θυμούμαι και
Οραματίζομαι την μέρα την αληθινή.
Την μέρα που θα ρτουμε
Όπως οι πρωτινοί
Στο κάμπο της Μεσαρκάς
Ούλοι με τα δέντρα
Σαν τα κατόχρονα κλαδιά
Με την Ζωή αγκαλιασμένοι.
Δημοσίευση σχολίου