Μικρά βήματα αντί για άλματα: Μια πρώτη άποψη για την Ιστορία στα δημοτικά σχολεία
Η παγκόσμια Ιστορία απουσιάζει σχεδόν παντελώς από την προτεινόμενη ύλη και οι αναφορές σε άλλους λαούς περιορίζονται συνήθως στις περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτοί ήρθαν σε επαφή (συνήθως σύγκρουση) με τους Έλληνες ή τους Κύπριους.
Η παγκόσμια Ιστορία απουσιάζει σχεδόν παντελώς από την προτεινόμενη ύλη και οι αναφορές σε άλλους λαούς περιορίζονται συνήθως στις περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτοί ήρθαν σε επαφή (συνήθως σύγκρουση) με τους Έλληνες ή τους Κύπριους.
Η πολυσυζητημένη μεταρρύθμιση των αναλυτικών προγραμμάτων της Ιστορίας στην ελληνοκυπριακή δημοτική εκπαίδευση (αλλά και σε όλες τις υπόλοιπες βαθμίδες) φαίνεται ότι τελικά δεν θα επιφέρει ούτε τις αλλαγές για τις οποίες κάποιοι φοβούνταν, ούτε εκείνες για τις οποίες κάποιοι άλλοι ήλπιζαν. Έτσι όσοι φοβούνταν για τον αφελληνισμό των μαθητών μπορούν να κοιμούνται ήσυχα. Όσοι πάλι ανέμεναν ότι με τα νέα αναλυτικά θα ξεκινούσε μια νέα εποχή για τη διδασκαλία του μαθήματος, η οποία θα στόχευε στην ανάπτυξη της ιστορικής σκέψης των μαθητών που θα τους επέτρεπε να καταλάβουν τον κόσμο μέσα από τη μελέτη του παρελθόντος και τη σχέση του με το παρόν και το μέλλον, θα πρέπει να περιμένουν είτε για την επόμενη μεταρρύθμιση, είτε για μια γενναία τροποποίηση της παρούσας πρότασης πριν τα αναλυτικά φτάσουν στην τελική τους μορφή.Για να είμαστε δίκαιοι, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι σε σύγκριση με το παρόν αναλυτικό πρόγραμμα της Ιστορίας στο δημοτικό σχολείο (το οποίο αποτελεί κλασικό παράδειγμα παραδοσιακής προσέγγισης όπου η ιστορική σκέψη είναι σχεδόν ανύπαρκτη έννοια) η παρούσα πρόταση περιέχει θετικά στοιχεία όπως οι αναφορές στην πολυπρισματικότητα και την ανάγκη για αποφυγή των προκαταλήψεων και των στερεοτύπων. Περιέχει επίσης θετικές εισηγήσεις για τη χρήση της τεχνολογίας, την αποφυγή της προσήλωσης στα διδακτικά εγχειρίδια, τη χρήση μουσείων και ιστορικών χώρων και την ανάγκη για διαθεματική προσέγγιση του μαθήματος. Από την άλλη, όμως, περιέχει και προβληματικές αναφορές οι οποίες παραπέμπουν σε ένα παραδοσιακό μοντέλο ιστορικής παιδείας όπου η απόκτηση γνώσης από τους μαθητές μετριέται κυρίως μέσα από την ικανότητά τους για αφήγηση και η ιστορική παιδεία συγχέεται με τους εορτασμούς εθνικών επετείων.Αυτό που κυρίως απουσιάζει από την παρούσα πρόταση είναι η σαφής αναφορά σε στόχους για την ανάπτυξη της ιστορικής σκέψης των μαθητών. Πιο συγκεκριμένα, απουσιάζουν οι στόχοι που αναφέρονται στην ανάπτυξη των ιδεών των μαθητών για συγκεκριμένες έννοιες της ιστορίας (π.χ. ιστορικές αναφορές, τεκμήρια, αλλαγή και συνέχεια, αιτία και αποτέλεσμα, ιστορική σημαντικότητα, ιστορική ενσυναίσθηση). Αν και για κάποιες από αυτές τις έννοιες γίνονται σποραδικές αναφορές, εντούτοις δεν υπάρχουν σαφείς στόχοι οι οποίοι να είναι ξεκάθαροι ως προς τις ιδέες που πρέπει να αναπτύξουν οι μαθητές σχετικά με αυτές. Η ίδια γενικολογία και έλλειψη σαφούς περιεχομένου ισχύει και για τις ικανότητες που πρέπει να αναπτυχθούν από τους μαθητές για το κτίσιμο της ιστορικής τους γνώσης, αλλά και τις στάσεις που πρέπει να αποκτήσουν απέναντι στο παρελθόν και τους ανθρώπους του και οι οποίες χαρακτηρίζουν την επιστήμη της Ιστορίας.Σε ό,τι αφορά την προτεινόμενη ύλη (περιεχόμενο) οι αλλαγές είναι ελάχιστες. Έχουμε και πάλι μια μονολιθική ελληνοκεντρική αφήγηση (αν και οι αναφορές στην κυπριακή ιστορία είναι περισσότερες τώρα) που αφηγείται ουσιαστικά την πολιτική ιστορία με ελάχιστες αναφορές σε άλλες πτυχές του παρελθόντος. Στοιχεία που αφορούν την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, την εκπαίδευση, την τεχνολογία, τις κοινωνικές αλλαγές κτλ. δεν εμφανίζονται σχεδόν καθόλου στην πρόταση. Επίσης η παγκόσμια Ιστορία απουσιάζει σχεδόν παντελώς από την προτεινόμενη ύλη και οι αναφορές σε άλλους λαούς περιορίζονται συνήθως στις περιπτώσεις που αυτοί ήρθαν σε επαφή (συνήθως σύγκρουση) με τους Έλληνες ή τους Κύπριους.Η υποβάθμιση της ανάπτυξης της ιστορικής σκέψης βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην άποψη (η οποία εκφράστηκε σε πολλές περιπτώσεις από τα μέλη της επιτροπής των ακαδημαϊκών στις συναντήσεις με τους μάχιμους εκπαιδευτικούς) ότι οι μαθητές στις μικρότερες ηλικίες δεν διαθέτουν τις απαραίτητες γνωστικές ικανότητες οι οποίες θα επέτρεπαν μια τέτοια προσέγγιση. Αυτό αποτελεί μια ξεπερασμένη θέση η οποία έχει διαψευστεί επανειλημμένα τις τελευταίες τρεις δεκαετίες από την εκπαιδευτική έρευνα στο χώρο της ιστορικής παιδείας. Αν και αυτό υποδείχτηκε σε πολλές περιπτώσεις από τους εκπαιδευτικούς που συμμετείχαν στη διαδικασία, αυτή τους η άποψη όπως και το σύνολο σχεδόν των γραπτών και προφορικών εισηγήσεών τους δεν λήφθηκαν υπόψη. Υπεύθυνη, σε κάποιο βαθμό, για τις ελλείψεις της παρούσας πρότασης σε θέματα ανάπτυξης ιστορικής σκέψης ήταν και η απουσία από την επιτροπή ακαδημαϊκών με ειδίκευση στην ιστορική παιδεία. Αυτό, φυσικά, αποτελεί σοβαρή και αδικαιολόγητη παράλειψη εκ μέρους του ΥΠΠ.Εν κατακλείδι, η παρούσα πρόταση, αν και παρουσιάζει στοιχεία ανανέωσης σε σχέση με το παρόν αναλυτικό, εξακολουθεί να βρίσκεται πολύ μακριά από τις σύγχρονες προσεγγίσεις στο χώρο της ιστορικής παιδείας. Πάνω απ΄ όλα αφήνει αναπάντητα βασικά ερωτήματα όπως το πώς η Ιστορία θα αποκτήσει νόημα για τους μαθητές και πώς θα τους εφοδιάσει με τα απαραίτητα νοητικά εργαλεία για να συνεχίσουν να μαθαίνουν και έξω από το σχολείο, χωρίς να γίνονται θύματα της ελλιπούς κατανόησης του παρελθόντος και της προπαγάνδας οποιασδήποτε προέλευσης.
Λουκάς Περικλέους Εκπαιδευτικός Δημοτικής Εκπαίδευσης
Μέλος ομάδας εργασίας μάχιμων εκπαιδευτικών για τη διαμόρφωση των αναλυτικών προγραμμάτων Ιστορίας
Δημοσιεύθηκε στον Πολίτη 11 Απρ 2010