Της Χριστίνας Βαλανίδου*
Ανάγκη αλλαγής αξιολόγησης μάθησης και επιμόρφωσης εκπαιδευτικών"Τα αναλυτικά προγράμματα έρχονται να καθορίσουν τις αξίες που πρέπει να καλλιεργήσουν, τις γνώσεις που πρέπει να αποκτήσουν, τις ικανότητες και τις δεξιότητες που πρέπει να αναπτύξουν, τις στάσεις που πρέπει να ενστερνιστούν και τις συμπεριφορές που πρέπει να εξασκήσουν στο σχολείο οι μαθητές και οι μαθήτριες, για να είναι σε θέση να διαμορφώνουν αυτόνομα και με επιτυχία τη ζωή τους μέσα στην κοινωνία". Η νέα προσέγγιση στη φιλοσοφία που θα διέπει τα νέα αναλυτικά προγράμματα στο πλαίσιο της Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης, όπως συνοψίζεται σε αυτή την παράγραφο-και ανακοινώθηκε στη σχετική ανακοίνωση της αρμόδιας ομάδας- είναι η φιλοσοφία που συνάδει με τις σύγχρονες τάσεις της παιδαγωγικής, για να ανταποκριθεί το σχολείο στο σημερινό ρόλο του, να συμβάλλει στη διαμόρφωση τού κριτικά σκεπτόμενου πολίτη, ο οποίος θα είναι ικανός, όχι να "παπαγαλίζει", αλλά να μαθαίνει, να επεξεργάζεται, να επιλέγει, να εξερευνά, να μεταφέρει και να εφαρμόζει όσα μαθαίνει σε διαφορετικά περιβάλλοντα. Σε αυτό το πλαίσιο είναι αναγκαίο να υπογραμμιστούν και τα πιο κάτω:
1. Αυτή η προσέγγιση αναφέρεται στις επιδιώξεις για εκσυγχρονισμό των αναλυτικών προγραμμάτων σε θέσεις ειδικών της παιδαγωγικής, καθώς και σε κάποια από τα έγγραφα που υιοθετούνται σε επίπεδο ΕΕ [π.χ. βασικές ικανότητες, σχολείο για τον 21ον αιώνα, κλπ]. Επιδιώκεται στο σχολείο να καλλιεργηθεί η ικανότητα στο μανθάνοντα, "να μαθαίνει πώς να μαθαίνει". Αυτό σημαίνει ένα σύνθετο συνδυασμό γνώσεων, κατανόησης, δεξιοτήτων, αξιών, στάσεων και συμπεριφορών, που οδηγούν σε αποτελεσματική ανθρώπινη δράση στον κόσμο και στην κοινωνία.
2. Η στροφή προς αυτή την κατεύθυνση πηγάζει από τη θέση ότι η όποια επιτυχία στην εργασία, τις προσωπικές σχέσεις ή την κοινωνία, δε βασίζεται απλώς σε συσσώρευση γνώσης που έχει αποθηκευτεί "ως δεδομένα υπολογιστή". Ο σύγχρονος μορφωμένος άνθρωπος χρειάζεται ικανότητες, ένα συνδυασμό όλων των γνώσεων, με δεξιότητες, με αξίες, με στάσεις, κίνητρα και επιθυμίες, που θα τον καθιστούν ικανό να μαθαίνει συνεχώς και να χρησιμοποιεί με επιτυχία τις προκλήσεις σε διάφορα επίπεδα και τομείς της ζωής του, σε δράσεις προσωπικές, ακαδημαϊκές ή κοινωνικές.
3. Η προσέγγιση αυτή εμπλέκει τον μανθάνοντα στην επεξεργασία και ανάπτυξη των προσλαμβανομένων παραστάσεων και αντιλήψεων του. Συνδέει την προσωπική δράση και το περιβάλλον του ατόμου, το "υποκειμενικό" και το "αντικειμενικό" και καλλιεργείται μέσα στη διαδικασία της προσωπικής ανάπτυξης του ατόμου.
4. Αυτή η προσέγγιση είναι μια συνεχής διαδικασία, αλλά και διαλεκτική. Και αυτό το χαρακτηριστικό επιβάλλει εξεύρεση κατάλληλων τρόπων αξιολόγησης: Δεν είναι μόνο το "αποτέλεσμα" που δείχνει το "επίτευγμα", αλλά όλα όσα υπεισέρχονται στη διαδικασία της μάθησης -οι προσπάθειες του ατόμου, τα μέσα που διαθέτει, οι ψυχοκοινωνικές αλλαγές και βελτιώσεις του, η δυνατότητα εφαρμογής και περαιτέρω ανάπτυξης του, τα μεταγνωστικά και συναισθηματικά χαρακτηριστικά του.
5. Προφανώς είναι πιο εύκολο να γίνει αξιολόγηση του αποτελέσματος παρά της όλης διαδικασίας. Ως εκ τούτου, η αξιολόγηση ικανοτήτων δεν μπορεί να είναι "μονοπαραγοντική", ούτε και γραμμική. Ως μια διαλεκτική διαδικασία που συμβαίνει μέσα στον μανθάνοντα, που λειτουργεί μέσα σε ένα περιβάλλον-οικογένειας, σχολείου, κοινωνίας- επιβάλλει αλλαγή και των κλασικών τρόπων αξιολόγησης, που βασίζονται μόνο στο "μολύβι και χαρτί", στην ύλη και την αποστήθισή της.
6. Απαιτείται να αξιολογηθούν όλα όσα υπεισέρχονται για να φτάσει το άτομο στο όποιο αποτέλεσμα. Και εδώ είναι που δίνεται η δυνατότητα στον κάθε ένα να αναπτυχθεί με βάση τους δικούς του "μηχανισμούς και μέτρα", το δικό του "ψυχοπνευματικό και συναισθηματικό κόσμο" και δυνατότητες.
7. Αυτό δημιουργεί "δυσκολίες" στην αξιολόγηση, γιατί επιβάλλει "ξεκόλλημα" από αυτό που αποτελεί σήμερα "παράδοση-συνήθεια": Τους "βαθμούς και τους αριθμούς", που δείχνουν "κάτι", αλλά ελάχιστα για το "ψυχοπνευματικό και συναισθηματικό κόσμο" του μανθάνοντα. Για παράδειγμα, οι εξετάσεις PISA/ΟΟΣΑ -όπως και κάποιες άλλες διεθνείς εξετάσεις παρόμοιου τύπου- επικεντρώνονται κυρίως στο αποτέλεσμα της μάθησης και λιγότερο στη διαδικασία για να επιτευχθεί αυτό το αποτέλεσμα.
8. Η επιτυχής επίδοση σε μια εξέταση -στη βάση αριθμητικών μονάδων- δε σημαίνει απαραίτητα ότι ο εξεταζόμενος έχει χρησιμοποιήσει κριτική σκέψη στην προσέγγισή του, ή ότι μπορεί να εντοπίσει τα κύρια μηνύματα στη διαδικασία της μάθησης. Απλώς μπορεί να έχει επίδοση σε αυτό το θέμα, για το οποίο έχει κάνει πολλές παρόμοιες ασκήσεις- μετά από μια σχετική διδασκαλία για το πώς να το αντιμετωπίσει. Είναι, δηλαδή, δυνατό να έχει υψηλές επιδόσεις σε έναν τομέα/ γνωστικό αντικείμενο, αλλά να μην έχει τις ίδιες επιδόσεις σε άλλα χαρακτηριστικά της ίδιας ικανότητας ή σε άλλους τομείς όπου εφαρμόζονται αυτά- ακαδημαϊκή ή καθημερινή ζωή.
9. Οι παραδοσιακοί τρόποι αξιολόγησης -βασισμένοι σε εξεταστικά δοκίμια με "χαρτί και μολύβι"-έχουν περιορισμούς, ιδιαίτερα στη μέτρηση βασικών πτυχών της διαδικασίας της μάθησης, που απαιτούν άλλες μεθόδους για να αποτυπωθούν. Στη διαδικασία αξιολόγησης είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι, οι πτυχές της μάθησης που δεν είναι δυνατό να μετρηθούν με χαρτί και μολύβι, δεν υποτιμούνται σε σημασία.
10. Μαζί με την αλλαγή της φιλοσοφίας των αναλυτικών προγραμμάτων και του τύπου/μορφής/μεθόδου αξιολόγησης της μάθησης, είναι αναγκαίο να αναθεωρηθεί και εκσυγχρονιστεί η διαδικασία επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών και των επιθεωρητών-εκπαιδευτών τους.
*PhD- Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Πατρών [Παιδαγωγικά] Master of Science-SUNY University New York-USA [Ανάπτυξη Αναλυτικών Προγραμμάτων και Διδακτική Επιστήμη]
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου